Δυστυχώς, ΔΕΝ είναι αυτή η Ελλάδα…

Χθες το βράδυ, κάθισα παρέα με ένα φίλο να δούμε το ματς της εθνικής μας ομάδας εναντίον της Ρουμανίας. Μετά το τέλος του ματς και το ευτυχές αποτέλεσμα, γέμισα ξανά τα ποτήρια και έβαλα μουσική. Άφησα όμως ανοιχτή την τηλεόραση, χωρίς ήχο, στην αθλητική εκπομπή που ακολουθούσε. Τα πρόσωπα του πολυπληθούς πάνελ (μεταξύ των καλεσμένων και οι κ.κ. Σαββόπουλος και Ζουγανέλης. Όσο και αν τους εκτιμώ ως καλλιτέχνες, από μπάλα δε νιώθουν, για αυτό και δε βλέπω τέτοιες πανηγυρτζίδικες εκπομπές) έλαμπαν από χαρά για τη μεγάλη πρόκριση, ενώ σε μεγάλο μέρος της εκπομπής βλέπαμε στο κάτω μέρος της οθόνης με μεγάλα γράμματα τη φράση : «ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΕΛΛΑΔΑ!».

Τι ωραία ε; Να νιώσουμε και εμείς λίγο γαμάτοι βρε αδερφέ, μετά από 4 χρόνια που είμαστε το μαύρο πρόβατο της ηπείρου και ο προσφιλής στόχος κριτικής των βορειο-ευρωπαίων εταίρων μας. Είναι όμως έτσι, αντικατοπτρίζει δηλαδή η χθεσινή εμφάνιση της εθνικής μας  αυτό που είμαστε ως κοινωνία γενικότερα;

Για να απαντήσω θα κάνω μία ιστορική αναδρομή, η οποία θα περιλαμβάνει πολλή…μπάλα.

Θυμάμαι λοιπόν, πιτσιρικας στη δεκαετία του 80, την εθνική μας ομάδα ποδοσφαίρου να είναι γνωστός καρπαζοεισπράκτορας στις διεθνείς της εμφανίσεις. Ενώ αρκετοί «παιχταράδες» πέρασαν από τις τάξεις της (Σαραβάκος, Αναστόπουλος, Σαργκάνης, Μαύρος, Βαμβακούλας, Μανωλάς και αρκετοί άλλοι) τα αποτελέσματα του συνόλου δεν ήταν αντίστοιχα των μονάδων που το απάρτιζαν. Οι 4άρες και οι 5άρες δεν ήταν σπάνιο φαινόμενο, ενώ θυμάμαι πως όποτε μέναμε πίσω στο σκορ μας έπαιρνε αμέσως από κάτω. Για πρόκριση σε μεγάλες οργανώσεις (Μουντιάλ, Euro) φυσικά ούτε λόγος. Και τη μία φορά που τα καταφέραμε το 94’ (Μουντιάλ των ΗΠΑ), η ομάδα του Αλκέτα Παναγούλια έγινε ο σάκος του μποξ της διοργάνωσης.

Το 2001, μετά από τραγικές εμφανίσεις επί προπονητή Βασίλη Δανιήλ, προσελήφθη ο Γερμανός Ότο Ρεχάγκελ. Κύριο του όπλο το «βαρύ βιογραφικό» με μακρά προϋπηρεσία στη Μπουντεσλίγκα (κυρίως με την ομάδα της Βέρντερ Βρέμης). Κανείς δεν περίμενε αυτό που θα ακολουθούσε : η Εθνική μας κατακτά το Euro το 2004, ενώ επί θητείας του θα προκριθεί σε άλλο ένα Εuro (2008) αλλά και στο μουντιάλ του 2010, όπου θα πραγματοποιήσει αξιοπρεπέστατες εμφανίσεις. Συνολικά, σε ούτε 10 χρόνια παρουσίας του Ρεχάγκελ η Εθνική θα προκριθεί σε δύο Euro και ένα Mundial, ενώ σε όλη την προηγούμενη ιστορία της είχε προκριθεί σε ένα Euro και ένα Μουντιάλ (η τραγωδία του 1994 που αναφέραμε παραπάνω)! Οι 4αρες και οι 5άρες αποτελούσαν πια παρελθόν : το σύνολο του Ρεχάγκελ ήταν σκληροτράχηλο και δυσκολοκατάβλητο : σπάνια έχανε με περισσότερο από ένα γκολ διαφορά.

Το γεγονός που κάνει ακόμα πιο θαυμαστό το επίτευγμα του Ρεχάγκελ ήταν πως επί των ημερών του οι παίχτες της εθνικής μας δεν διακρίνονταν, πλην λιγοστών εξαιρέσεων, για το ταλέντο τους. Καμία σχέση δηλαδή με τους αστέρες των 80s , που ανέφερα παραπάνω, ή ακόμα περισσότερο με τους παίχτες της δεκαετίας του 70’  (Δομάζος, Κούδας, Δεληκάρης,Παπαιωάννου κ.λπ.). Που οφείλονταν αυτή η μεταμόρφωση;

Κατ’ εμέ η στιγμή-σταθμός για την επιτυχία του Ρεχάγκελ ήταν το επεισόδιο με το Γεωργάτο, στην αρχή της θητείας του Γερμανού. Η ιστορία έχει ως εξής : ο Ρεχάγκελ αναλύει (στα γερμανικά) στους παίχτες τις θέσεις που θα κρατήσει ο καθένας στο παιχνίδι. Ο γερμανομαθής Κωνσταντινίδης (έπαιζε, αν δεν κάνω λάθος, στη Χέρτα Βερολίνου) μεταφράζει για τους συμπαίκτες του. Ο αστέρας του Ολυμπιακού και της Ίντερ Γεωργάτος, όταν ακούει πως ο Ρεχάγκελ τον περιορίζει σε καθαρά αμυντικά καθήκοντα, δυσανασχετεί έντονα και λέγεται πως αποχωρεί φωνάζοντας στον Κωνσταντινίδη «Πες στο Ρεχάγκελ να πάει να γαμηθεί που θα παίξω εγώ εκεί».

Ο Γερμανός μαθαίνει τι είπε ο Γεωργάτος και εισηγείται την αποπομπή του δια παντός από την Εθνική.  Στο σημείο αυτό ήταν που κρίθηκε  η μετέπειτα πορεία της εθνικής μας ομάδας ποδοσφαίρου.

Ως τότε η εθνική ομάδα ήταν κάτι σαν ευκαιρία για ταξιδάκια αναψυχής για τους διεθνείς μας. Οι εκάστοτε «αστέρες» συχνά νυχτοπερπατούσαν, ενώ ακόμα και αν ήταν σε καλή ημέρα, η συμπεριφορά τους στον αγωνιστικό χώρο ήταν εξαιρετικά ατομικιστική. Όταν κάποιος προπονητής προσπαθούσε να επιβάλλει την πειθαρχία, οι «παιχταράδες», συχνά μέσω των προέδρων των ομάδων τους, διαμαρτύρονταν στον πρόεδρο της ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας. Ο τελευταίος, κατά κανόνα έκανε τα χατίρια των «αστέρων». Ετσι, συνήθως ακολουθούσε η απομάκρυνση του «αυστηρού» προπονητή και οι «αστέρες» της εθνικής συνέχιζαν να απολαμβάνουν της ασυδοσίας που είχαν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το πώς χάσαμε την πρόκριση στο Μουντιάλ του 74’ από τη αδύνατη Μάλτα (ο τότε τερματοφύλακας Β. Κωνσταντίνου έχει μιλήσει ανοιχτά για τα νυχτοπερπατήματα και τις λοιπές «ατασθαλίες» των παιχτών της εθνικής πριν από εκείνο τον αγώνα).

Στην περίπτωση του Γεωργάτου, ο τότε πρόεδρος της ΕΠΟ κ. Γκαγκάτσης θα πάρει όμως το μέρος του προπονητή. Πρωτοφανές. Ο ταλαντούχος Γεωργάτος δεν ξαναπαίζει στην Εθνική! Όμως το θέμα είναι πως η αποπομπή Γεωργάτου αποτελεί το μήνυμα για τους υπόλοιπους : «Παιδιά, τέρμα οι μαλακίες » (επιτρέψτε μου να υιοθετήσω τη γλώσσα του Τιτάνα της αριστερής δημοσιογραφίας και διανόησης, Β. Μουλόπουλου). Σιγά σιγά η εθνική μας ομάδα θα γίνει ένα εξαιρετικά πειθαρχημένο σύνολο, το οποίο θα αφομοιώσει τον τρόπο παιχνιδιού που θέλει ο προπονητής του. Τι και αν η Εθνική δε διαθέτει τις «ταλεντάρες» και τους «παιχταράδες» του 70′ και του 80΄. Με σκληρή δουλειά και πειθαρχία θα καταφέρει αποτελέσματα που οι εθνικές προηγουμένων ετών τα έβλεπαν με κιάλια.

Τον Ρεχάγκελ θα τον διαδεχθεί ένας εξίσου σοβαρός και δουλευταράς προπονητής: ο Πορτογάλος Σάντος, γνώστης του ελληνικού ποδοσφαίρου από τις θητείες του στους πάγκους της ΑΕΚ και του ΠΑΟΚ. Η συνταγή Ρεχάγκελ θα συνεχιστεί με επιτυχία. Πρόκριση στο Εuro 2012 (όπου θα προκριθούμε από τους ομίλους για να μας αποκλείσει στην προημιτελική φάση η πανίσχυρη Γερμανία) και ,από χθες ,πρόκριση και στο Μουντιάλ της Βραζιλίας.

Σάντος- Ρεχάγκελ . Δεν είναι απείρως σοβαρότερο ζευγάρι έναντι του Σαμαρά-Τσίπρα π.χ.;

Σάντος- Ρεχάγκελ . Δεν είναι απείρως σοβαρότερο ζευγάρι έναντι του αντίστοιχου Σαμαρά-Τσίπρα;

Τι σχέση όμως έχει η σκληρή δουλειά, η πειθαρχία και η συλλογική λειτουργία των ομάδων του Ρεχάγκελ τότε και του Σάντος τώρα, με :

–         Αυτά που βλέπουμε κάθε μέρα από τους αντιπροσώπους μας στη Βουλή;

–         Αυτά που βλέπουμε να γίνονται στα πανεπιστήμια μας;

–         Αυτά που βλέπουμε και ζούμε στη δημόσια διοίκηση της χώρας;

–         Αυτά που βλέπουμε και ζούμε (πλην λίγων εξαιρέσεων) στην τοπική μας αυτοδιοίκηση;

–         Αυτά που βλέπουμε και ζούμε στο συνδικαλιστικό μας κίνημα;

–         Αυτά που βλέπουμε στον τρόπο με τον οποίο ανάλγητες συντεχνίες (φαρμακοποιοί, συμβολαιογράφοι, δημοσιογράφοι κ.λπ.) προσπαθούν να διατηρήσουν τα, παρασιτικά σε βάρος των υπολοίπων, προνόμια τους;

–         Αυτά που βλέπουμε και ζούμε στην καθημερινότητα μας : που πετάμε τα σκουπίδια μας στο δρόμο, που περνάμε για πλάκα με κόκκινο, που σιγά μη σταματήσουμε στις διαβάσεις, που παρκάρουμε σε θέσεις για άτομα με ειδικές ανάγκες, που δεν ανακυκλώνουμε, που «ξεχνάμε» να κόψουμε απόδειξη, που,  που…

Όχι αγαπητοί κύριοι του MEGA, μπορεί να είναι βολικό να χαϊδεύουμε τα αυτιά του κοσμάκη με αφορμή μία ποδοσφαιρική επιτυχία, η πικρή αλήθεια είναι όμως  πως οι περισσότεροι τομείς στη χώρα καμία σχέση με τον τρόπο που λειτουργεί η εθνική μας ομάδα ποδοσφαίρου.

Όσο για τους πολιτικούς μας, καιρός είναι να αναλογιστούν το παράδειγμα του Ρεχάγκελ και του Σάντος. Δυστυχώς, καμία σχέση σε σοβαρότητα και υπευθυνότητα με τους δύο καλούς προπονητές. Αλλά και εμείς οι απλοί πολίτες, αφού ήπιαμε τις μπύρες μας και γλεντήσαμε τη χθεσινή νίκη, ας σκεφτούμε γιατί, σε αντίθεση με την εθνική μας ομάδα, ως κοινωνία δε μπορούμε να λειτουργήσουμε συλλογικά και έχουμε αυτά τα χάλια…

Τα γκολ του συμπαθή "Κάγκουρα" είναι αποτέλεσμα σκληρής προπόνησης και ομαδικού παιχνιδιού

Τα γκολ του συμπαθή «Κάγκουρα» είναι αποτέλεσμα σκληρής προπόνησης και ομαδικού παιχνιδιού

Σχολιάστε